Thursday 21 October 2010

Αντίο.

                                                       ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΡΤΗΣΗ                      



Το'μαθε το τραγούδι. Στίχο-Στίχο. Μελωδία με μελωδία. Το τραγούδι.

Για ταξίδι μιλούσε. Το τραγούδι. Ένα ταξίδι-αρχή. Ένα ταξίδι- τέλος. 

"Ποιός σου'μαθε αυτό το τραγούδι;"

"Η ζωή," έλεγε, "η ζωή μου το'μαθε."

Τότε γελούσε εκείνος. "Πώς γίνεται; Η ζωή; Ξέρει τραγούδια η ζωή; Μαθαίνει η ζωή τραγούδια; "

Εύκολα που είχαν γίνει όλα με το τραγούδι. Έχω το τραγούδι, το ταξίδι. Δίνω το τραγούδι, παίρνω το ταξίδι. Έχω εσένα. Δίνω εσένα. Παίρνω εσένα. Τίποτα δε χάνω. 


Όλα είναι δικά μου. 


Άκουγε. Άκουγε και μιλούσε. Άκουγε.

Έπειτα ξαφνικά σταμάτησε. Όχι το τραγούδι. Σταμάτησε η επαφή που είχε. Σαν να κόπηκε νεύρο. Μια αρτηρία. 

"Δεν ακούω."

"Δεν ακούω" ούρλιαξε. 


Τ έ λ ο ς.




Το μπλόγκ ετούτο έφτασε στο τέλος του.

Να περνάτε καλά και σας ευχαριστώ για όλα.

Εις το επανιδείν φίλοι μου. 

                                                                                                                             

Saturday 16 October 2010

“..Όμορφη που’ναι η ζωή.. όμορφη που’ναι η αγάπη..”

Αυτός, είχανε πεί, πέθανε από μαρασμό. Κάτι δεν πήγαινε καλά στον οργανισμό του και δεν μπορούσε να πάρει μέρος στη ζωή των άλλων παιδιών. Κάτι τον εμπόδιζε. 

Της είχε κάνει μεγάλη εντύπωση αυτό. “Μπορεί να πεθάνει κανένας απ’αυτό; Επειδή δε γελάει;”

Του το’χε πει αυτό, μια μέρα που έκλαιγε γιατί, λέει, δεν την αγαπούσε πια. “Δεν πεθαίνεις μόνο με όπλο, με φαρμάκι  ή με μαχαίρι. Πεθαίνεις και από κάτι που σου λείπει. Από τη χαρά, από την ανάσα, από την αγάπη άμα σου λείψει..”

Πες μου τώρα.. τώρα.. τη λέξη. Αντί για όπλο. Αντί για όπλο μια λέξη! Θα τη βρεις εσύ, δεν μπορεί! Μια λέξη μπορεί να σκοτώσει άνθρωπο. Το ξέρεις εσύ αυτό. Γι’αυτό πρέπει να τη βρεις εσύ αυτή τη λέξη. Πρέπει. Γρήγορα. Τώρα. 

Δε γύρισε. Δεν κοίταξε. Δεν είδε. Έβλεπε τα χέρια του. Ώρες. Όσες ώρες της έμεναν. Έβλεπε. Άκουγε. Κάτι λόγια που στην αρχή της είχαν φανεί ακατάληπτα. Κάπου-κάπου ξεχώριζε μια λέξη επέστρεψε αρκετές φορές σε ρυθμό υπαγορεύσεως. Ρυθμικά. Ώσπου χανόταν. Τότε ερχόταν μια άλλη. Πάλι μια λέξη μόνη της. Χωρίς άρθρο. Χωρίς καμιά συνοχή με τις προηγούμενες. Με τις άλλες που ακολουθούσαν. Καμιά. Η λέξη “ψυχή” ας πούμε. 

Αυτό γινόταν πολύ ώρα. Πάρα πολλή. Δε μπορούσε να υπολογίσει σωστά. Ξαφνικά κατάλαβε γιατί δε μπορούσε να ακούσει ολόκληρη μια φράση. Ολόκληρο το νόημα. Από την αρχή ως το τέλος. Τίποτα. 

Άκουγε τις φωνές. Καθαρά. Τους ήχους. Τα φωνήεντα. Τα σύμφωνα. Τα κενά αναμεσά τους. Καθαρά. Χωρίς να μπορεί ωστόσο να φτιάξει μ’αυτά ένα σύνολο. Γιατί άξαφνα ανάμεσά τους είχε εισχωρήσει σαν αέρας μια παιδική φωνή. Η δική της. Δέκα χρονώ πάνω κάτω, με τα χέρια σφιγμένα, σαν να΄λεγε προσευχή. Άκουγε τις νύχτες το τραγούδι. Ξυπόλυτη, με το άσπρο νυχτικό της, όρθια μπροστά στο ανοιχτό παράθυρο. Η φωνή που τραγουδούσε ήταν ζεστή και βαθιά, φωνή άντρα, από πολύ κοντά “..Όμορφη που’ναι η ζωή.. όμορφη που’ναι η αγάπη..”.

Έπαιζε και στην κιθάρα τον σκοπό κι ολοένα εκεί γύριζε το τραγούδι, κι ας είχε κι άλλα λόγια, εκείνη δεν τ’άκουσε ποτέ καθαρά. Αυτή η στροφή μόνο ήταν που είχε σημασία φαίνεται, γιατί όλο σ’αυτήν γύριζε η φωνή “..Όμορφη που’ναι η ζωή.. όμορφη που’ναι η αγάπη..”.

Σηκώθηκε όρθια. Κτήρια ψηλά και’κείνο το αεράκι που τις έφερε μαζί τη μυρωδιά της βροχής στο πρόσωπο. Έκλεισε τα μάτια. Την πονούσαν βαθιά μέσα, δυο σκληροί πέτρινοι σβόλοι. 


Να μην κλάψεις. Να λες κάθε μέρα ένα τραγούδι. Θα είναι πιο εύκολο έτσι. 

Friday 15 October 2010

Έτσι!!

Εμένα μια ζωή με κυνηγούσε το εφήμερο.

Στη δουλειά, στον έρωτα, στην ποίηση, στην τρέλα.. 


Κατά περιόδους και με ένταση. Αυτό που έμενε πίσω ήταν μονάχα στάχτη


Για να ακριβολογούμε, στην ποίηση ποτέ δε με κυνηγούσε. Η ποίηση με φοβίζει. Μπαίνει στην ψυχή και φέρνει τα μέσα, έξω


Μα αγαπάω το γράψιμο. Ήσυχες σκέψεις. Καθημερινές. Γνώριμες κινήσεις. Μόλις τις δεις γραμμένες βλέπεις τον χρόνο νικημένο και εσένα θριαμβευτή


Γιατί μπορεί να έρθει η ώρα και η στιγμή να αναρωτηθείς “ Υ π ά ρ χ ω; ” και ύστερα να μην υπάρχεις.


Πάντα να λέω πως ΔΕΝ είμαι αυτή. Δεν θέλω να ξέρω πια είμαι. Σου’πα.. 
Θέλω να’μαι παντού. 



Επειδή σ’αυτή τη ζωή τη μάταιη και γι’αυτό και τόσο μαγική, αλλού απευθυνόμαστε κι αλλού βρισκόμαστε. 


Επειδή σ’αυτή τη ζωή τη μαγική, αλλού μας λένε να πάμε και αλλού οδεύουμε. 



Έτσι. Επειδή ΕΤΣΙ. 

Tuesday 12 October 2010

Θεοποιήσαμε το σεξ.



©2009 Derek Sivers








Θεοποιήσαμε το σεξ. Αξία που περικλείεται, περιορίζεται και συρρικνώνεται μονάχα στο ελάχιστο διάστημα του ο ρ γ α σ μ ο ύ

Μια βίαιαηφαιστική δύναμη. Μα προσωρινή.  


                                                                                                     
                        

Τη λένε Αρρώστια. Από το "α" το στερητικό και.. -μάλλον δε νοιάζομαι για την υπόλοιπη λέξη. Βαρέθηκα τις λέξεις.

Το "α" το στερητικό υπερισχύει. 

Στερεί τη σκέψη, την κίνηση και την επικοινωνία

Μια ζωή στα π α υ σ ί π ο ν α 
Μια ζωή περιορισμένοι σαν έμβρυα στην κοιλιά μιας αποκλειστικά αδιάφορης μητέρας. Χοντροί νηστικοί και ανορεξικοί χορτασμένοι. 
Χωρίς έννοια καμιά, ούτε την υποχθόνεια συγκατάβαση της Γνώσης

Χωρίς κοινωνική παιδεία, δίχως καμιά ανθρώπινη παιδεία. Πως θα ήταν ποτέ δυνατόν, άλλωστε, αφού ζωή ποτέ δεν ήταν Ζήσα

Άμα δε καταλάβεις ποτέ τι πράγματι θέλεις. Άμα ποτέ δεν πάρεις την πρωτοβουλία  να δεις τί κρύβεται πίσω από το είδωλο του καθρέφτη σου. 

Υποκλινόμενος μονίμως σε μια υστερική επανάληψη: να μη σταματάς ούτε λεπτό, να μη βρεθείς ενωπίος-ενωπίω. να μην.. να μην..

Ο νους μου περί άλλων τυρβάζει. 

Aν ομολογούσα την αλήθεια, θα ψευδόμουν. Και μάλιστα ασύστολα. 

Μια τέτοια στιγμή σπάνια, που αγγίζει την τελειότητα, και μια τέτοια που αξιώθηκα, για να την προστατέψω από τη φ θ ο ρ ά της ζηλόφθονης πραγματικότητας, φρόντισα στο ύψος του μυθεύματος να την άρω

Κανείς δεν ξέρει αν επιθυμεί να πεθάνει, ενώ κραυγάζει πως θέλει να ζήσει. 
Εάν διψά γι’αλήθεια ενώ υπηρετεί το ψέμα. 

Εάν ζεί τον απόλυτο παροξυσμό αισθημάτων μα βάζει τη λογική να κυβερνήσει..

Πολύ καληνύχτα σας...

Friday 8 October 2010

Ο νοσταλγός του μέλλοντος

Η νοσταλγία έχει τις ρίζες στο παρόν στο παρελθόν ή στο μέλλον
Πριν απαντήσεις, σκέψου. Τί σου λείπει περισσότερο; 
Το “τώρα”, το “πριν” ή το “μπορεί”;
  



Το μέλλον θα’πρεπε να νοσταλγούμε. Γιατί το κουβαλάμε μέσα μας για να μην αρκούμαστε σε ό,τι κι ό,τι. Αυτό δηλαδή που επιδίωκουμε. Εκείνο δηλαδή που φανταζόμαστε. Το όνειρο το χτίσαμε να μας κοιτάζει αφ’υψηλού. Να μας κοροιδεύει. Και συνεχίζουμε να παλεύουμε να το νικήσουμε. 

Ίσως και να’ναι ο πιο αληθινός εαυτός μας που "νοσταλγεί" και "θυμάται" τα πιο γνήσια, τα πιο "δικά μας", τα πιο "αληθινά".

Αλλ’έχεις πάντα της εξορίας τη γεύση στο στήθος, κι αυτόν τον κόμπο νοσταλγίας στο λαιμό


Δε σε χωρά ο τόπος κι όλο ζητάς να επιστρέψεις πίσω στον παράδεισο, στην αρχή των πάντων, στην κοιλιά της μάνας σου, στα παιδικά σου χρόνια, στο πρώτο κύτταρο, στο σύμπαν.. Αλλ’όμως ο παράδεισος βρίσκεται στην πορεία. Αν βρεις ποιος είσαι.. και αν το θέλεις πολύ..αν λες αλήθεια..και αν δεν κουραστείς ν’αναζητάς..αν λαχταράς τόσο πολύ την αφετηρία.. Είναι στο τέρμα. Λιγάκι παρακάτω. Την περικλείεις στο κύτταρο, σαν εικόνα, σαν αίσθηση, σαν χρώμα, σαν ποίηση, σαν έρωτα και σαν προορισμό. 

Μονάχα που οι λάθος εικόνες μας κάνουν παράσιτα και ξοδευόμαστε όλοι σε μια ζωή 
β ρ α χ υ κ υ κ λ ω μ έ ν η


Νοσταλγούμε όσα είχαμε και ξεχνάμε όσα μπορούμε να έχουμε. 

Ποιό μέλλον νοσταλγώντας δε μας χωρούν τα ρούχα μας; 

Monday 4 October 2010

Διατελώντας εν αδεία. Αορίστου διαρκείας. Αορίστου σημασίας.





Όσο μεγαλώνουμε τόσο περισσότερο φοβόμαστε το θάνατο. 

Δεν είμαστε δυνατοί, επιθετικοί μόνο. Δεν είμαστε ελεύθεροι, αλλ’αδειούχοι. Δεν ήμαστε πονόψυχοι, αλλά ευγενικοί. Ούτε καλοί-ουτε καθωσπρέπει. Ερωτοτροπούμε με τον θάνατο γιατί μας αρέσει να λεγόμαστε γενναίοι, αλλά κρυβόμαστε από τη ζωή σαν κλέφτες. 

Διατελώντας, μονίμως εν αδεία, χαμπάρι δεν πήραμε από ελεύθερη επιλογή με τίμημα και επιπτώσεις. Όντας μονίμως οπαδοί των ρητών “ο θάνατός σου η ζωή μου” και “η κόλασή μου είναι οι άλλοι”, ιδέα δεν έχουμε για της ευαισθησίας τη δύναμη. 

Κρατώντας μονίμως μια αξιοπρεπή κι αφ’υψηλού στάση, ποτέ μας δεν αντιληφθήκαμε την κρυφή μας αδιαφορία. Παίζοντας νύχτα-μέρα με το κεφάλι μας κορόνα-γράμματα, αρνηθήκαμε έτσι να δούμε της ζώσας ζωής το απαιτούμενο κουράγιο. Οι μεγαλύτεροι τζογαδόροι, εξάλλου, είναι εκείνοι “της ζωής”. Όσοι φοβούνται το τέλος και γι’αυτό το προκαλούν. Όσοι θλίβονται με της ζωής μας το χάλι και γι’αυτό την απορρίποτυν. Όσοι τρομάζουν τη μοναξιά και γι’αυτό την επιδιώκουν. Όσοι επιζητούν ένα νόημα και γι’αυτό, αρνούνται τα πάντα. Όσοι διψούν για τα πάντα, και για τούτο, δεν κάνουν τίποτα. Αφήνοντας τους “ευγενικούς” και “καθωσπρέπει” να γεμίζουν με ψευτοσεβισμό και ηθικοπλαστική διάθεση την κορνιζαρισμένη μας ζωή. 

Το πλαίσιο, μη διαταραχθεί επ’ουδενί, το πλαίσιο. Και έτσι όλες οι ελευθερίες μας είναι, μονίμως, διατελώντας εν αδεία. 

Εν αδεία, ο έρωτας, η ευαισθησία, η αλήθεια και το συναίσθημα. Εν αδεία το όνειρο, η ελπίδα και το θαύμα. Εν αδεία η παιδική μας αθωότητα και ο προσδοκώμενος παράδεισος. Εν αδεία ο εαυτός μας, που έχει κουρνιάσει σαν ζωάκι φοβισμένο κάτω από το ένδυμα το κοινωνικό. Εν αδεία η ζωή μας χωρίς καν να μας υπόσχεται κιόλας μιαν άλλη ζωή. Εν αδεία ο Θεός, η ιδεολογία μας κι αυτή καθαυτή η ανθρώπινη ύπαρξη. 

Χωμένη κάτω από τα ερείπια, χαμένη μέσα στημικρή οθόνη, αόρατη σε ένα, ες αεί, μπανιστίρι ζωής που μας προσφέρουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Όλα στην εντέλεια και η αταξία σε διακοπές. Ξεχνώντας μονίμως έτσι ότι “ο έρωτας δεν είναι ποτέ καλύτερος από τον εραστή”. Γι’αυτό και οι πρόστυχοι αγαπούν πρόστυχα, οι βίαιοι βίαια, οι αδύναμοι αδύναμα, οι ανόητοι ανόητα και οι αδειούχοι -όλοι εμείς- περιληπτικά, αποσπασματικά και παρενθετικά. Δηλαδή σαν θεατρίνοι. Όσο κρατάει η παράσταση. 



Αλλά να θυμάσαι, η αγάπη ενός ελεύθερου ανθρώπου, δεν είναι ποτέ σίγουρη. 

Saturday 2 October 2010

Η Ιθάκη δεν είναι μια. Μ'ακούς;

Η λογική έπεται του ενστίκτου και ενθαρρύνει μια σειρά από πράξεις που ξεκινούν κατευθείαν από την καρδιά. 

Τροχοπέδη καμιά δε συναντούν και ο σκοπός κανενένας συγκεκριμένος. Το νόημα λές, είναι το ταξίδι. 


Η “Ιθάκη” δεν είναι μια.

Η μετάβαση σε καθεμιά από αυτές υφαίνει με χρωματιστές κλωστές τη ζωή σου. Ο πηγαιμός θέλεις να είναι μακρινός. Αυτός είναι η ζωή...

Κι αν και ο Οδυσσέας δεν το επιζήτησε, το ζητάς εσύ


Να συναντήσεις θες τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη πολλές φορές.. Να θαλασσοδαρθείς, να κλάψεις, να νοσταλγήσεις, να αποκτήσεις δύναμη, εμπειρίες, και στο τέλος να κερδίσεις φτάνοντας το σκοπό, την Ιθάκη.

Και όταν φτάνεις αντιλαμβάνεσαι ότι λίγα πράγματα έχουν σ η μ α σ ί α



Να είσαι φυσικός, αληθινός, όμορφος, γεμάτος, να δίνεις με την ίδια φυσικότητα που 
παίρνεις, με την ίδια χαρά, να συγχωρείς τα μεγάλα το ίδιο εύκολα με τα μικρά. Πίσω από στόματα ανοιχτά που ουρλιάζουν να μην βλέπεις μίσος, να ξέρεις ότι ένα αρρωστημένο κορμί δεν κρύβει το θάνατο, ένα λερωμένο πάτωμα δε φανερώνει τη βρομιάΜια αγκαλιά για σένα να μην είναι ακριβή, να γίνεται πολυτιμότερη, όταν την χαρίζεις, γύρω από δυο σώματα ενωμένα να διακρίνεις έρωτα στιγμής και σε μια φιλία να μη βλέπεις μονάχα τις ανάγκες αλλά και τις αναζητήσεις του άλλου. 



Στην άκρη του ματιού μου βλέπω τη ζωή μου τώρα.. 


Ένα μικρό δυαράκι χωρίς τοίχους, σε μια γνώριμη πόλη, που μόνο οι πραγματικοί φίλοι χωράνε. 


Κι εγώ με μπούτια γυμνά, που χαιδεύονται από τις άκρες μιας μακό κοντομάνικης μπλούζας, γυρίζω από τη μια άκρη στην άλλη και αλλάζω διακόσμηση, βάζοντας κάτι καινούριο που αγοράσα στην τελευταία μου εξόρμηση.