Sunday, 12 September 2010

Χάδι ερωτικό στο σώμα..

..και περισσότερο στη ψυχή, ο Έρωτας. 


Ονειρεύομαι πράγματα που δεν ξέρω για σένα.. Μπροστά στα μάτια μου τα μάτια σου με κοιτούν με πόθο, καθρεφτίζουν το Όμορφο. Ένα νυχτερινό αεράκι μου παίρνει τα μαλλιά, κι εσύ γελάς, γελάς δυνατά για όλα εκείνα τα γελοία που κάνουν τους ανθρώπους μίζερους. Και η αγκαλιά σου μου φέρνει λέξεις στο μυαλό που ψάχνουν ακριβής ορισμούς και νιώθω ότι πρέπει πια να σταματήσω να σκέφτομαι και να αναλύω τα λόγια..

Μου θυμίζω έφηβη που καταπιάστηκε με το να κατανοήσει τον κόσμο και το πεπρωμένο. Ακόμα δεν κατάλαβα πως ο κόσμος δεν κατανοείται. Μαθαίνεται, πίνεται, διαβάζεται, ταξιδεύεται, δρασκελιέται, ξεχνιέται, αγγίζεται, αντικαθιστάται, αγαπιέται, αλλά δεν κατανοείται.


Πεπρωμένο. Μ’αρέσει πολύ η αγγλική απόδοσή του: Ντέστινι. Μια τόσο αφηρημένη έννοια να κλείνεται μέσα σε μερικά γράμματα της αλφαβήτου και να σ’αφήνει μόνο με μια εντύπωση. Μα όσες περισσότερες φορές την πεις, τόσο καλύτερα θα την καταλάβεις. 

Μ’αρέσει επίσης το “Δοκίμασέ με”. Τράι μι. Για καθετί που το μισό του εαυτού μου διαμαρτύρεται πως δεν τα καταφέρνει το άλλο μισό φωνάζει “Δοκίμασέ με, δοκίμασε με. Τί περιμένεις; Δοκίμασέ με!”.  

“Θέμα τύχης είναι όλα, δηλαδή”.

Περίεργο πως ορίζεται η τύχη σε κάθε άνθρωπο. Πόσα διαφορετικά πράγματα μπορεί να σημαίνει. Όπως ακριβώς και η ευτυχία. Ευτυχία για κάτι μικρό, για κάτι μεγάλο, για μια επιβράβευση, εξαιτίας του έρωτα, της πληρότητας, της φιλίας, της αυτογνωσίας. Μιλώντας πάντα για το ίδιο υπέροχο συναίσθημα που χαρίζει φτερά στην ψυχή σου και σου δίνει τη δυνατότητα να ανέβεις πιο ψηλά από το συνηθισμένο. Μια ακατανίκητη ανάγκη να αγκαλιάσεις όλο τον κόσμο. Και για όλα να φταίει ένα "ευ-"..

Γυρνάς την κατάλληλη στιγμή, τον κοιτάς ενώ σε παρακολουθεί να απομακρύνεσαι και βλέπεις ένα χαμόγελο να σκάει στο πρόσωπό του. Έχει ωραίο χαμόγελο, θα σκεφτείς, δεν είχες ξαναδεί όμοιό του. Ίσως θα΄πρεπε να το είχες κάνει νωρίτερα. Και τριγυρνάς στους δρόμους στολισμένη με το δικό σου χαμόγελο πλέον. Αυτό είναι ευτυχία
Γιατί στην πραγματικότητα αν έχουμε αυτό δε χρειαζόμαστε και πολλά άλλα. 

Υπάρχουν λέξεις όπως αυτές που διακρίνονται για τον ευρύ ορισμό τους.. 

Θα ήθελα να αγγίξω την πληρότητα.. Να είμαι για πάντα ευτυχισμένη. Μα η ευτυχία γεννιέται μέσα μας, με τη δική μας βοήθεια. Αυτό που μπορώ είναι να σ’ερωτεύομαι, να μοιράζομαι μαζί σου το είναι μου. Λες να φτάνει αυτό;


Wednesday, 8 September 2010

Τέρμα οι κλάψες μεγάλε


-“Αυτή τη στιγμή αρχίζω μια καινούρια ζωή. Βρίσκομαι στο ξ ε κ ί ν η μ ά της.


Η νέα μου ζωή έχει όλη την πείρα της παλιάς, που βαραίνει παραπάνω από ένα παλιό βιβλίο με νέο εξώφυλλο. 

Το εξώφυλλό μου είναι πολύχρωμο κι αγαπημένο, στολίζει το βιβλίο αγκαλιάζοντας το με την πιο ζεστή αφή.

Γιατί ξαναβαφτίστηκα, ξανάλαμψα όπως ένα δωμάτιο που για χρόνια παρέμενε σκοτεινό μέχρι κάποιος να ανοίξει τον διακόπτη και να φωτίσει ξανά το πρόσωπό μου. 
Έτσι που σήμερα είμαι καινούρια. Τα παλιά πήραν μια βουτιά, χάθηκαν. Κι απέκτησα ένα καινούριο όνομα, Νένη. Μου το’πε στο κρεβάτι. Μου΄πε: “Νένη, σ’αγαπώ πολύ”. 

Κι έτσι έγινε η Νένη. Απέρριψα την παλιά ταυτότητα, το παλιό διαβαστήριο. 
Είμαι καινούρια, σ’έναν κόσμο που έχει παλιώσει

Κι απ’αυτή τη δύναμη που μου καθορίζει το νέο μου όνομα, το νέο μου πρόσωπο, ξανακαινουριώθηκα μες την αγάπη σου, μες τη λατρεία σου, μες το πάθος σου για μένα. 

Κι αυτή με βοήθησε να β γ ά λ ω από πάνω μου τα λέπια της παλιάς μου αγάπης. Σαν ψάρι που κολυμπά στα νερά της νέας θάλασσας, τοποθετώ τ’αυγά μου σε νέες κρύπτες βράχων. Ώσπου να’ρθουν άλλοι ψαροτουφεκάδες και να την σκοτώσουν.


-"Η μοναξιά σου πλοίο που δεν άραξε".


Έξω άρχισε να ξημερώνει. Τα πηχτά κρύα σκοτάδια. Έχω τις λέξεις μέσα μου, είμαι έγκυος απ’αυτές. Πρέπει να πάρω καθαρτικό. 

Το μεγάλο ρολόι σβηστό. Η φωνή της Αλεξίου. Κι εσύ, για πάντα πιο χαμένος από το χάος. 
"Να μου το πεις, το σ'αγαπώ και πάλι, να μου το πεις, η αγάπη είναι ζάλη". 

ΤΕΡΜΑ ΟΙ ΚΛΑΨΕΣ ΜΕΓΑΛΕ. ΠΑΜΕ ΓΙ'ΑΛΛΑ. 

και τώρα πλέον θ'ακούω Μητροπάνο κι Αρβανιτάκη.
"Σ'αγάπησα λιγάκι".



Friday, 3 September 2010

Ο φόβος για τον φόβο


Αυτά που έγραψα για εσένα και εμένα είναι όλα λάθος, είναι η νοσταλγία μου, που φύτρωσε πάνω στην άκρη ενός γκρεμού, είναι η δίψα μου, που βγήκε από το πηγάδι των ονείρων μου. Γιατί η φαντασία μας, είναι και η μόνη παγίδα της ζωής μας. 

..Κι αυτός ο φόβος για τον φόβο, η μόνη τροχοπέδη μας. 

O πόνος όμως καιροφυλακτεί παντού. Ακόμα κι όταν μας παρουσιάζεται η ευκαιρία να ζήσουμε μια αυθεντική σχέση, είμαστε τόσο ασυνήθιστοι, τόσο ανέτοιμοι, που από φόβο μήπως δε μπορέσουμε να ανταποκριθούμε, υιοθετούμε ψεύτικη συμπεριφορά.

Σε μια “αληθινή σχέση” αυτό που φοβόμαστε να εκφράσουμε δεν είναι οι σκέψεις μας, γιατί αυτές, σαν κοινωνική φλυαρία, δε μας αγγίζουν, δε μας εμπλέκουν στην απόκρυφη διάσταση της συνάντησης. Φοβόμαστε για τα αισθήματα μας που η πείρα μας δίδαξε ότι συνήθως ποδοπατιούνται. 

Αυτά ωστόσο αντιπροσωπεύουν την πιο αληθινή έκφραση της ύπαρξής μας. Είμαστε αυθεντικοί μόνο στις παρορμήσεις της ψυχής που είναι πάντοτε ο καρπός, το αποτέλεσμα ενός απόλυτα προσωπικού βιώματος. 

Επομένως, είμαστε εξαιρετικά τρωτοί στην περιοχή των αισθημάτων, που φυλάμε τόσο ζηλότυπα

Saturday, 28 August 2010

Το αίσθημα της ευτυχίας είναι αίσθημα αναδρομικό.

Δεν είμαι λάτρης της θάλασσας. Μάλλον την αποφεύγω. Η θέα της από κοντά δεν κρύβει για μένα καμιά δυνατή συγκίνηση, όπως συμβαίνει συνήθως σε πολλούς.  Μόνο με τους μήνες έχω μια σύνδεση..

Για χρόνια πολλά, ίσως σε όλη μου τη ζωή, κάθε φορά που πλησίαζε ο μήνας Αύγουστος, η ψυχή μου σφιγγόταν, λες και προσπαθούσε να χωρέσει μέσα σε μια στιγμή.

Ήταν ένα αίσθημα ανεξήγητο. Έμοιαζε με σκότωμα. Δεν ήταν αρρώστια, δεν ήταν μελαγχολική ροπή, απαισιοδοξία. Ερχόταν και έφευγε. Χανόταν, έσβηνε. Τώρα, το τελευταίο Σαββατοκύριακο του Αυγούστου νιώθω ότι κάτι έχω χάσει. Τί, άραγε; 

Οι εμπειρίες του μηνός είναι αναρίθμητες και ανυπολόγιστες. 

Γι'αυτό κι όταν ο πλούτος μιας εμπειρίας είναι μεγάλος, ζεις μαζί της χρόνο απεριόριστο.

Ο καιρός που περνά την τρέφει ακόμα περισσότερο. 

Γίνεται κάτι σαν το φόντο ενός πίνακα, όπου σε πρώτο πλάνο διαδραματίζονται οι σκηνές μιας ιστορίας στην οποία παρακολουθείς τον εαυτό σου να παίρνει μέρος, ενώ εσύ στο μεταξύ έχεις απόσπαστεί στο πίσω πλάνο, στο Αμετακίνητο.



Το ταξίδι κοντά σου δεν το ανακαλώ, βρίσκεται συνεχώς μπροστά μου.
Κι όταν ακόμη η καθημερινή μου ζωή ακολουθεί ένα ρυθμό καθημερινότητας, -πράγμα που, είναι αλήθεια, τείνει να χαθεί- η νοερή εικόνα που έχω στο μυαλό είναι αυτό το ταξίδι, που με βάζει κάθε στιγμή μπροστά στο μεταίχμιο όπου βρίσκομαι.

Το αίσθημα της ευτυχίας είναι αίσθημα αναδρομικό.

Friday, 27 August 2010

Tης ζωής η μαρμελάδα


Δεν τον ήξερε. Ούτε τον γνώριζε. Ούτε έμελλε να τον γνωρίσει. Τότε ποιός ήταν λοιπόν;
Ήταν ο άγνωστος, ήταν ο ασαφής, ήταν της μνήμης της η προέκταση.

O χρόνος. Ο δικός μου κι ο δικός σου. Τίποτα, κανένας δε μπορεί να μας τον πάρει. Σήμερα το ξέρω καλύτερα απ’ότι χθές. 

Δε σε ονειρεύομαι. Δεν έρχεσαι συχνά να μου κρατήσεις συντροφιά. Αδειάζοντας από τις περιττές oυσίες μου που δεν γονιμοποιούνται από κανένα, είμαι δικιά σου, πιό απόλυτα, πιό αγνά, πιό αιθέρια, γιατί τώρα η σάρκα έχει αναχθεί στο μηδέν.. 

Απέναντι ο ουρανοξύστης μοιάζει να κοροιδεύει την εμμονή μου στα παλιά. Είναι ψηλός, αρσενικός, δεν καταλαμβαίνει. 

Γκρεμίζουν τα παλιά σπίτια δίπλα μου, μα δεν ξεριζώνουν τη δαπανηρή ζωή μέσα σ’αυτά, γιατί η ζωή είναι ενέργεια, δεν είναι δοκάρια. Οι μπουλντόζες, οι εκσκαφείς, δε μπορούν να αλλάξουν σε τίποτα την πολεοδομία της ψυχής μου. Οι εναέριοι κι οι υπόγειοι, τα τρένα, τα ελικόπτερα, τα λεωφορεία είναι όλα μαρμελάδες

Όλες οι πένες της ζωής μου κεντούν το υφαντό της ψυχής μου με ψιλοβελονιές. 

Είμαι έτσι μια στάλα ζύμης που που εσύ θα τη ρίξεις στο ψωμί για να φουσκώσει και να φάει ψωμιά ο κόσμος.

Η φωνή βαριά, σαν από πιάνο. Κι εγώ δε θέλω να’μαι πεσιμίστρια σ’έναν κόσμο που σπαράζεται, θέλω ν’ανέβω πάνω σ’αυτό το μαύρο κύμα, για να δώ πανώρια, πλουμιστή, τέτοια που αξιώθηκα ζωή. 

Με το χαρτί ξανάρχισα τον διάλογο. Έτσι κι εσύ με γνώρισες. 

Τα ίδια λόγια χωρίς τη μουσική, δεν σημαίνουν το ίδιο, αφού στη λέξη αγάπη βάζει εκείνον τον αναστεναγμό στο α, που εγώ στο χαρτί δε μπορώ να τον αποτυπώσω. 

Tuesday, 17 August 2010

"Αύγουστος ήτανε δεν ήτανε θαρρώ.."

Ο μήνας Άυγουστος φαντάζει σαν ένας απολογισμός του χρόνου

“Πέτυχα αυτό”.
“Πέτυχα κι αυτό”
“Απέτυχα σ’αυτό.”  X
“Αυτό άστο για φέτος.” ---

Mα έρχεται κάποτε η μέρα που το φώς του ήλιου εκδικείται. 
Έρχεται η μέρα που οι καυτές ηλιακτίδες φωτίζουν επιτέλους την αλήθεια

Καταμεσήμερα

Ένας ήλιος ψηλά στον ουρανό να υπόσχεται ειρήνη και έρωτα.

Η ανυπόφορη ζέστη δεν επιτρέπει κινήσεις. Η δράση, σαύρα χρυσή παραμένει στάσιμη κάτω από τη δύναμη του ήλιου. Υπάρχει μόνο η άμμος, που σιγοκαίει ύπουλα κι αργά, και η θάλασσα που ναρκωμένη κ ο ι μ ά τ α ι. 

Τα δέντρα και τα λουλούδια διαχέουν τα αρώματά τους, καμένο το χώμα καίει τα γυμνά πόδια. 

“Παπούτσια, παπούτσια!!”

Ο παράφωνος ήχος από τα τζιτζίκια προδώνει τον ύστατο πόνο τους και τρυπά την ηρεμία με οδύνη -που στους άμαθους ανθρώπους φαντάζει χαρά

Το ολοκληρωμένο καλοκαίρι και το στερνό παιδί του, ο Αύγουστος, κρατούν αιχμάλωτους τους μοναχικούς ανθρώπους. 

Και ποιός δεν είναι μοναχικός την σήμερον ημέρα θα μου πείτε τώρα!





Πλάι στη θάλασσα υψώνουν ομπρέλες, γυμνώνουν τα σώματα, χαράζουν κύκλο σκιάς στην άμμο και προσμένουν να’ρθει η χαρά. 
Μέσα στον κύκλο που η σκιά της ομπρέλας ορίζει, ο καθένας ονειρεύται την δική του πορεία. 
Δεν τολμούν λοιπόν να κουνηθούν και έτσι αφήνουν ελεύθερη μονάχα τη ματιά τους να πάει να βοσκήσει κρυφά σε βουβά μονοπάτια -που ενίοτε είναι  κι απαγορευμένα

Στο σπίτι με τους πυρωμένους τοίχους και τα ο λ ά ν ο ι χ τ α παράθυρα, αλλιώς μιλούν οι σκέψεις, αλλιώς ηχούν αισθήματα και αντιλήψεις. Χρόνια απέφευγες τη γνώση.Όχι πως δεν ήξερες την αλήθεια, αλλά έκανες τον βλάκα, για να περνάς ανώδυνα και βολικά ή για να διασώσεις κάπως την αγάπη κατι την συμπάθεια μέσα σου. 

Οι άνθρωποι -να ξέρεις- μεταφέρουν πόθους, σκέψεις σκοτεινές, επιθυμίες ανομολόγητες, που κάνουν τον ήλιο να μένει αδιάφορος. 

Τα καϊκια επιστρέφουν φορτωμένα ψαριές και η κορφή του βουνού βγάζει σύννεφα, κυπαρίσσια και ελιές μας φωνάζουν:

“Ζήστε.. ζήστε.. δε σας απομένουν και πολλά καλοκαίρια. Ο χρόνος περνά και αλέθει.. και ποιός θυμάται ύστερα αμαρτίες και λόγια;”.

Saturday, 14 August 2010

Μάθημα πατριδογνωσίας

“Η πατρίδα κορίτσι μου, είναι η δεύτερη σου μάνα. Απαρνείεσαι ποτέ τη μάνα σου;” τα μάτια του έμοιαζαν με μάτια εφήβου, γεμάτα ζωντάνια, πόθο για ζωή, αισθήματα. 
“Όπου κι αν πας η ερώτηση πάντα ίδια θα’ναι: Από πού είσαι; Είσαι από εκεί που γεννήθηκες. Αυτή είναι η πατρίδα σου. Εδώ που μεγάλωσες. Διότι, τέτοιο νησί, κορίτσι μου, δεν υπάρχει ούτε στην Αμερική” . Κι ας μην έχει βγει ποτέ από το χωριό του ο παππούς. 

“Αυτοί που φύγανε, και κάνουν χρόνια και δεκαετίες να’ρθουν πίσω, στο τέλος εδώ γυρίζουν. Πονάει η ξενιτιά. Πονάει σαν αγκάθι τρυπωμένο στην ψυχή και στην καρδιά. Σαν πληγή ανοιχτή που η μόνη της γιατρειά είν’η επιστροφή”.

Η νοσταλγία, γίνεται θηρίο ανήμερο και ο πόθος παραμένει για πάντα άσβεστος. “Θα πάω παππού, μια μέρα στο σπίτι σου, να περπατήσω στους τόπους που περπατούσες και εσύ, να ζήσω μια μέρα Δική σου”..κι ύστερα θα φύγω.

Γιατί δε μπορώ να πάω πίσω όταν “χρωστάω” στον τούρκικο στρατό. Εξάλλου, πώς να πας όταν είσαι πια ξένος. Πώς να πας όταν πλέον η πατρίδα άρχισε να χάνει το νόημά της. Πώς να πας όταν όλα πλέον άρχισαν να χάνουν την αξία που είχαν. 


Κι άντε να εξηγήσεις τώρα στον παππού..

Μετά από 36 χρόνια, βρήκα τον τόπο αδιάφορο, ανοίκειο, και μισή μου πατρίδα ξερή, βαθιά λαβωμένη. Συνάντησα Τούρκους καλλιεργητές στα χωράφια σου, έρημο το χωριό σου, στο σπίτι το πατρικό “ξένα παιδιά, ξένα γελάδια”.  

Εσείς οι μεγάλοι δεν αντέχετε πλέον να βλέπετε έτσι το νησί. Μισό. Γιατί το μάθατε ως ένα. Τ’αγαπήσατε ολάκερο σαν μια πατρίδα. Το ξέρω. Το βλέπω. 


Μα και οι νέοι, αναζητάνε τις ρίζες τους. Έχουν την ανάγκη ν'ανήκουν σε μια πατρίδα. Μια πατρίδα γλυκιά, χωρίς τον μιναρέ, τον Χότζα, την τούρκικη σημαία. 

Γιατί κι’αυτοί, ΑΥΤΟ μάθανε. 

Τί απομένει δηλαδή; Ένα χάσμα αγεφύρωτο. Κι άντε να το φτιάξουμε.

Έμεινε όμως ένα τσιγάρο να φέγγει στη νύχτα από εκείνη τη μέρα. Σαν σήμερα.
Δυο πράγματα θυμάμαι: Το τσιγάρο και το ΓNΤΟΥΠ που έκανε το σώμα του σαν έπεσε.  


Η καύτρα του τσιγάρου και το πείσμα να ζεις και να πεθαίνεις ελεύθερος. Γιατί υπήρξαν άνθρωποι που έδωσαν και συνεχίζουν να δίνουν μαθήματα πατριδογνωσίας χωρίς μίσος, χωρίς δεύτερες σκέψεις. 



Το τσιγάρο ήταν και θα είναι τo φύλλο δάφνης του. 


Υ.Γ. Ίσως θα'πρεπε σήμερα να γράψω κάτι για  το αεροπορικό δυστύχημα, με μπόλικα  "πρέπει", με μπόλικα "γιατί". Μα έλα που το χέρι και το μυαλό μου αρνούνται.